- φρατορικός
- φρατ-ορικός, ή, όν,A = φράτριος, γραμματεῖον D.44.41.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
φρατορικός — ή, όν, Α [φράτωρ, ορoς] φράτριος … Dictionary of Greek
φρατερικός — ή, όν, Α φρατορικός*. [ΕΤΥΜΟΛ. < φράτηρ, ερος. Η λ. αποτελεί δ. ανάγνωση τού τ. φρατορικός] … Dictionary of Greek
φρατερικόν — φρᾱτερικόν , φρατορικός masc acc sg φρᾱτερικόν , φρατορικός neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)